Χρύσα Καψούλη: «Έμπνευση μου, η ενήλικη ζωή μου»

Η Χρύσα Καψούλη σκηνοθετεί τις «Άγριες Νότες»,  ένα σκληρό ριάλιτι, την ίδια την πραγματικότητα, την ελληνική κοινωνία. Και αναζητά την αλήθεια μέσα από τη σιωπή.

Κάπου ανάμεσα στα στενά της πλατείας Ομονοίας, στη Σατωβριάνδου 36, θα βρεις ένα παλιό αρχοντικό, το Αγγέλων Βήμα, τον τόπο συνάντησης της σύγχρονης ελληνικής δραματουργίας, εκεί όπου βρέθηκα πριν λίγες ημέρες για να διαλέξω (κι εγώ) το ρόλο μου σε ένα κοινωνικοπολιτικό, ουμανιστικό έργο: απλός, παθητικός θεατής ή με υψωμένο ανάστημα στην εξουσία;

Οι «Άγριες Νότες» της Νίνας Ράπη παρουσιάζονται για δεύτερη χρονιά στο Θέατρο Αγγέλων Βήμα και σκηνοθετούνται από τη Χρύσα Καψούλη μέσα σε ένα χώρο υποταγής, όπου ο άνθρωπος και το σώμα του, γίνονται θύματα της εξουσίας, πρωταγωνιστές ενός σκληρού ριάλιτι, όπου όλοι και όλα παρακολουθούνται και τα ερωτηματικά διαδέχονται το ένα το άλλο…

Οι Άγριες Νότες είναι ένα έργο διαφορετικό από όλα τα άλλα. Θα το χαρακτηρίζατε πολιτική δραματουργία;

Οι Άγριες Νότες είναι ένα κοινωνικοπολιτικό έργο. Ο μύθος του έργου ξεκινά με μια δολοφονία του υπουργού οικονομικών. Η δολοφονία μπορεί να είναι πολιτική, ίσως όμως είναι και ερωτικής φύσεως. Η εξουσία θεωρεί υπεύθυνους και συλλαμβάνει ως υπαίτιους δύο καλλιτέχνες, έναν μαρμαρά-γλύπτη και μία ροκ συνθέτρια-τραγουδίστρια. Οι συνήθεις ύποπτοι. Από κει ξεκινάει η παράσταση. Από το σημείο μηδέν. Οι δυνάμεις καταστολής χρησιμοποιούν όλους τους τρόπους για να εκμαιεύσουν τις απολογίες τους. Σίγουρα είναι ένα κείμενο που μας αναστατώνει και που μας δημιουργεί ερωτηματικά.

Αγγίζει την επικαιρότητα και τη χώρα μας κι αν ναι, με ποιον τρόπο;

Αν το έργο έχει ένα χαρακτήρα ουμανιστικό, υπαρξιακό, φιλοσοφικό, είναι πάντα επίκαιρο. Είναι ερωτήματα που δεν έχουν πάψει ποτέ να μας απασχολούν. Σε περιόδους κρίσης, όπως αυτή που ζούμε τώρα, ο κάθε άνθρωπος έρχεται αντιμέτωπος με τον εαυτό του όσο ποτέ, με τις πράξεις του όσο ποτέ, και θέλω να ελπίζω ότι αναθεωρεί. Θέλω να πιστεύω ότι σε αυτούς τους καιρούς, λοιπόν, το έργο αγγίζει την επικαιρότητα, με την έννοια του προσδιορισμού τι είναι σημαντικό και τι είναι ασήμαντο στη ζωή μας.

Στο δικό μας μυαλό οι νότες ηχούν εύθυμα. Η τέχνη είναι συνδεδεμένη, συνήθως, με τις ευαίσθητες πτυχές μας, εκείνες που μας γαληνεύουν, μας προκαλούν το αίσθημα της χαράς. Γιατί οι δικές σας νότες είναι “άγριες”; Σε τι διαφέρουν από τις άλλες; Μπορούν οι νότες, η μουσική, η τέχνη γενικότερα να βγάλουν στην επιφάνεια τα άγρια ένστικτα του ανθρώπου; 

Ο τίτλος του έργου παίζει με δύο αντίθετα: τις «άγριες νότες» και την «εξέγερση της σιωπής». Μεταφορικά ένας στίχος, ένα τραγούδι, μια συναυλία, μπορεί να ενώσει ανθρώπους. Και γυρίζω στην πρόσφατη ιστορία μας, τα χρόνια της χούντας, πώς ένας στίχος του Ρίτσου, του Γκάτσου, ένα τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη μπορούσε να ξεσηκώσει το πλήθος. Και για να μη μιλάω για τα ιστορικά γεγονότα της Ελλάδας, θα σας πω αυτό που έλεγα στους ηθοποιούς μου όταν σκηνοθετούσα το έργο, την ιστορία αυτών των κοριτσιών από τη Ρωσία, της Τολοκονίκοβα και της Αλιόχινα των Pussy Riot, που φυλακίστηκαν από το καθεστώς, κυνηγήθηκαν και αν δε μεσολαβούσε η διεθνής αμνηστία πιθανόν να ήταν ακόμα στη φυλακή με πολλές βαριές κατηγορίες. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και στο έργο μας. Ένα τέτοιο πρόσωπο είναι η Δανάη Χ, η καλλιτέχνις που έχει μεγάλη επιρροή στην νεολαία και καταδικάζεται για αυτό. Εδώ δε μιλάμε για τα άγρια ένστικτα, του ανθρώπου. Εδώ μιλάμε για τα άγρια ένστικτα της κυρίαρχης τάξης.

Η παράσταση διαδραματίζεται ανάμεσα σε 2 αντιθέσεις: το φως και το σκοτάδι. Τι συμβολίζει καθένα από αυτά;

Η παράσταση διαδραματίζεται ανάμεσα σε δύο κόσμους, τον κόσμο της «σκηνής» και τον κόσμο της «πλατείας». Στον κόσμο που δρα και στον κόσμο που στέκεται απέναντι παθητικά, αναπαυτικά στον καναπέ του, στην καρέκλα του και απολαμβάνει το δράμα. Αυτούς τους δύο κόσμους ήθελα να ενώσω στην παράσταση. Η σκηνοθεσία χτίζει αυτούς τους δυο κόσμους. Υπάρχει μια στιγμή στο έργο που αυτοί οι δύο κόσμοι γίνονται ένα. Αν δε γίνουμε ένα, δεν μπορούμε να κάνουμε ούτε ένα βήμα στη ζωή μας. Αυτό για μένα είναι πολύ σημαντικό. Αυτή η στιγμή της παράστασης για μένα είναι και η ουσία του έργου.

 

Θεωρείτε πως η ελληνική κοινωνία είναι βυθισμένη στο σκοτάδι; Είναι ένα θύμα της εξουσίας;

Αυτό που ονομάζουμε ελληνική κοινωνία πάσχει από το σύνδρομο της μετάθεσης. Όλοι πιστεύουν ότι φταίει κάποιος άλλος που τους εμποδίζει, που τους καθιστά θύμα. Είναι πολύ εύκολο να το λες, και πολύ δύσκολο να βγεις μέσα από αυτό. Αυτό είναι το σύμπτωμα της εποχής μας, το σύμπτωμα της κοινωνίας μας. Έχουμε όλο αυτό το παρελθόν με τους αρχαίους προγόνους μας που δεν έχουμε καμία σχέση με αυτούς, αλλά στο σύγχρονο κόσμο, αυτόν της Ευρώπης, του κόσμου όλου, δεν έχουμε βρει ακόμα το βηματισμό μας. Ο κόσμος προσπαθεί να βρει έναν ήρωα που θα κάνει τα πάντα για αυτόν. Με αυτή την έννοια λοιπόν είμαστε θύματα του εαυτού μας και θύματα της εξουσίας.

4 ρόλοι, 4 θύματα, 4 άνθρωποι στο ίδιο πείραμα. Πρόκειται για τυχαία επιλογή ή συμβολική;

Τέσσερις χαρακτήρες που φτιάχνουν έναν κόσμο και ένα σύστημα παιχνιδιού. Μπορεί να είναι και μια παρτίδα «αγωνίας»- ενός παιχνιδιού «τράπουλας», παγίδας, δόλου. Πώς μπορεί κανείς να αποδεσμευτεί από όλα αυτά. Να καταδυθεί μέσα στον εαυτό του για να εμφανιστεί ως ένας Άλλος.

Σκηνικό χωρίς σκηνικά. Γιατί δίνετε έμφαση στη γλώσσα του σώματος; 

Αυτό που με συγκινεί πάρα πολύ στο θέατρο είναι ότι ένας άνθρωπος κάθεται απέναντι σε έναν άνθρωπο. Το ότι βλέπουμε ανθρώπινα σώματα πάνω στη σκηνή. Για μένα δεν υπάρχει κάτι πιο μαγικό από αυτό. Η σκηνοθεσία μου στηρίζεται στα σώματα των ηθοποιών. Τα σώματα στα άκρα. Ό,τι μπορεί να παραγάγει ένα σώμα, φωνή, κίνηση, λόγο, αισθήματα. Η μηχανή έρχεται μετά. Σε ένα λιτό χώρο, όπως είναι το θέατρο Αγγέλων Βήμα, τα σώματα των ηθοποιών αποκτούν μια κυριαρχική αξία.

 

Τι σημαίνουν για εσάς οι λέξεις : “υποταγή”, “όνειρα”, “φιλία”, “εχθρός”;

Θα μείνω στη «φιλία» που είναι πολύ σημαντική. Ακόμα και στη μάχη, τον φίλο θέλεις να τον σώσεις. Ένα σύστημα ανταγωνιστικό, νεοφιλελεύθερο, δε διευκολύνει την έννοια της φιλίας. Στέκεται αντιμέτωπο. Τον φίλο τον κάνει εχθρό. Εκεί μέσα βρίσκεται και η ουσία και ο προβληματισμός όλης της παράστασης.

Την παράσταση πλαισιώνουν 2 τραγούδια εντελώς διαφορετικά. Ποιο ήταν το κριτήριο της επιλογής τους και τι σχέση έχει το καθένα από αυτά με την εξέλιξη του έργου;

Τα τραγούδια συνδέουν δύο διαφορετικούς κόσμους. Το ένα αντιπροσωπεύει τον κόσμο της φύσης, της ζωής, της παράδοσης. Το άλλο μια ποπ (popular) αντίληψη για τον κόσμο. Ο κόσμος της ουσίας που ίσως τελικά βρει τρόπο για να απελευθερωθεί, να υπερισχύσει το καλύτερο κομμάτι, να επαναστατήσει, και ο κόσμος της διασκέδασης του εφησυχασμού και του αδιέξοδου. Σε αυτούς τους κόσμους και τα μουσικά τοπία έχει στηριχθεί η Nalyssa Green για τη μουσική σύνθεση.

Κι όταν η μουσική σταματήσει κι όταν το σκοτάδι απλωθεί και καλύψει τα πάντα, σιωπή. Αυτή η σιωπή σημαίνει υποταγή και αποδοχή όσων μας επιβάλλονται ή αποκάλυψη; Πόσο δυνατά ηχεί η σιωπή μέσα μας;

Στην εποχή μας, στην πόλη μας, κυριαρχεί ο θόρυβος. Για να σε ακούσουν πρέπει να κάνεις ησυχία.

Πώς ξεκίνησε η αγάπη σας για τη σκηνοθεσία και το θέατρο;

Μια παιδική μου φίλη βλέποντας πέρυσι την παράστασή μου μου είπε ότι πάντα στα παιχνίδια μας υπήρχε το θέατρο, ότι πάντα τους έβαζα να παίξουμε θέατρο. Η πρώτη παράσταση που είχα δει, «Η Καλύβα του Μπάρμπα Θωμά» στο θέατρο Χαλκίδας. Έκλαψα τόσο πολύ και πήγα σπίτι, έβαλα μαύρο χρώμα στο πρόσωπό μου και μιμήθηκα την Topsy.

Τι αποτελεί για εσάς πηγή έμπνευσης;

Η ανέχεια, η έλλειψη, η απώλεια. Αυτό που δεν έχω, που δεν έχουμε. Η προσπάθεια να αντιληφθώ τον κόσμο. Όταν έχω κάτι απέναντί μου. Η ανάγκη να αρθρώσω λόγο. Και πολλά άλλα που βρίσκονται στην περιοχή του ασυνείδητου.

Ποιο είδος παράστασης ξεχωρίζετε και σας αντιπροσωπεύει περισσότερο; 

Δε μου αρέσουν τα εύκολα πράγματα. Αγαπώ τα σύγχρονα κείμενα. Ψάχνω στις παραστάσεις το «αληθές». Αυτό είναι μια έκπληξη. Μια μετωπική σύγκρουση. Δεν υπάρχει λοιπόν ένα είδος. Υπάρχει η παράσταση, το έργο τέχνης, που το σκέφτομαι συνέχεια, δεν μπορεί να ξεκολλήσει από το μυαλό μου.

 

Πως απολαμβάνετε τον ελεύθερο χρόνο σας;

Είμαι σε αυτή την κατηγορία των ανθρώπων που δεν έχουν ελεύθερο χρόνο. Αν έχω λίγο ελεύθερο χρόνο, κάνω τα πάντα για να μην έχω. Για να μη σας ακούγομαι υπερφίαλη, όταν επιλέγεις στη ζωή σου η δουλειά σου να είναι και αυτό που αγαπάς, χάνεις τα όρια. Αλλά για να είμαι και απόλυτα ειλικρινής, απολαμβάνω, όταν έχω τη δυνατότητα, τα ταξίδια στον κόσμο με την κόρη μου.

Ποια είναι τα όνειρα σας; 

Να ζήσω σε έναν πιο δίκαιο κόσμο, χωρίς πολέμους.

Οι παιδικές σας αναμνήσεις θα μπορούσαν να αποτελέσουν πηγή έμπνευσης σας στο θέατρο;

Όχι. Έχω απωλέσει τις παιδικές μου αναμνήσεις. Ποτέ μου δεν υπήρξα ένα ευτυχισμένο παιδί άλλωστε. Λυπάμαι αν σας απογοητεύω. Αυτό που είναι πηγή έμπνευσης για μένα είναι η ενήλικη ζωή μου.

Αν η ζωή σας ήταν μια θεατρική παράσταση, ποια παράσταση θα ήταν και ποιος ο ρόλος σας σε αυτήν;

Θα ήθελα να πρωταγωνιστούσα στο έργο «Ο Καλός άνθρωπος του Σετσουάν» του Bertolt Brecht, να είμαι καλή με τους καλούς και τους αδικημένους, και κακή, αδίστακτη με του κακούς.

 

Ταυτότητα της Παράστασης 

Συντελεστές

Συγγραφέας: Νίνα Ράπη

Σκηνοθεσία: Χρύσα Καψούλη / Dame Blanche

Βοηθός σκηνοθέτη/Θεατρολόγος: Ζωή Μαντά

Μουσική: Nalyssa Green

Βίντεο παράστασης: Μάρκος Χολέβας

Σκηνικός χώρος: Τόλης Τατόλας

Κοστούμια: Άση Δημητρολοπούλου

Σχεδιασμός φωτισμών: Βαλεντίνα Ταμιωλάκη

Παίζουν

Μαρμαράς: Λευτέρης Παπακώστας

Φύλακας: Τσιμάρας Τζανάτος

Αντικαταστάτρια: Βάλια Παπαχρήστου

Δανάη Χ: Χριστίνα Χειλά-Φαμέλη

Στο βίντεο-φιλμ της παράστασης εμφανίζεται φιλικά ο Κώστας Μπάρας

Φωτογραφίες: Μαρία Αλβανού

Hair & Make up Styling: Σπύρος Βάρελης

Αγγέλων Βήμα, Σατωβριάνδου 36, Αθήνα (Ομόνοια) , +302105242211 , http://www.aggelonvima.gr/

Από Τετάρτη 7 Οκτωβρίου έως Πέμπτη 12 Νοεμβρίου 2015

Κάθε Τετάρτη στις 20:00 και Πέμπτη στις 21:00

Διάρκεια: 70΄

Χρύσα Καψούλη: «Ό,τι και να διεκδικείς, όταν διεκδικείς, είναι πολιτική πράξη»

Η Χρύσα Καψούλη παρουσιάζει τον Ευαγγελισμό της Κασσάνδρας του Δημήτρη Δημητριάδη: μια spoken word performance βασισμένη σε ένα μονόπρακτο βαθιά ανθρώπινο, που ανατρέπει το μύθο της Κασσάνδρας, ταξιδεύοντας το πρόσωπό της στο σήμερα.

Η σκηνοθέτιδα Χρύσα Καψούλη μίλησε στο Art Magazine.

-Εξηγήστε μας σας παρακαλώ τον όρο spoken word performance.
Ο όρος «spoken word performance» είναι ένας διεθνής αισθητικός όρος για να προσδιορίσεις το ύφος και τους στόχους μιας επιτέλεσης/performance. Δίνεις προτεραιότητα στον ποιητικό λόγο, με έμφαση στη μουσικότητα του λόγου και στον ρυθμό του. Η μουσική κυρίως (ή και άλλα στοιχεία όπως η κίνηση ή η εικαστικότητα) βρίσκεται σε πλήρη διάλογο με τις λέξεις. Δεν είναι απλώς ένας μονόλογος με συνοδευτική μουσική σε κάποια σημεία. Αλλά: λόγος και μουσική που λειτουργούν μαζί. Το κοινό είναι αντιμέτωπο με τις έννοιες και το νόημα των λέξεων και συνήθως όταν χρησιμοποιούμε τον όρο αυτό, καταλαβαίνουμε ότι αυτό που θα ειπωθεί έχει και έναν πολιτικό χαρακτήρα. Εδώ από τον Δημητριάδη έχουμε ένα «Άγγελμα Γεννητικό» όπως διευκρινίζει και ο ίδιος ο συγγραφέας, όπου μέσω του Έρωτα μιλάς για τη ζωή και την διεκδίκηση της επιθυμίας του ανθρώπου. Ό,τι και να διεκδικείς, όταν διεκδικείς, είναι πολιτική πράξη. Και πολιτικός λόγος, στην προκειμένη περίπτωση. Και η ποίηση, είναι από τη φύση της πολιτική, αφού εξεγείρει συνειδήσεις. Η ποίηση δεν είναι συναισθηματολογία και εφησυχασμός.

– Πώς επιλέξατε να ανεβάσετε το έργο αυτό; Θεωρείτε πως είναι επίκαιρο;
Το έργο είναι τόσο επίκαιρο όσο ποτέ: Μιλάει για την πλήρη αποδοχή του «άλλου» μέσω του έρωτα. Τι πιο δυνατό απο τον έρωτα: είτε μιλάς κυριολεκτικά για αυτόν είτε μεταφορικά, μιλάς για την συνομιλία σου με τον «άλλον». Όταν η Κασσάνδρα ενώθηκε με τον Απόλλωνα αντιστράφηκε και ο κόσμος. Αν δεν μπούμε μέσα στον άλλον πως μπορούμε να κατανοήσουμε τον κόσμο. Ότι κ αν σημαίνει αυτό, ο «άλλος» πάντα είναι ένας ξένος. Μόνο ο έρωτας μας κάνει να τον αποδεχθούμε να τον κατανοήσουμε πλήρως. Να προχωρήσουμε στη Ζωή. «Πίστη Άγαμη Ελπίδα» είναι –κατά τον Δημητριάδη, το τρίπτυχο για να ξυπνάς το πρωί και να συνεχίζεις να ζεις. Αλλιώς ο κόσμος δεν έχει κανένα νόημα.

– Ποια η θέση σας σχετικά με τα κηρύγματα της Κασσάνδρας περί ολικής επικράτησης τής προσφοράς και τής αποδοχής του πόθου στην ζωή τού κάθε ανθρώπου;
Είναι ένα απο τα πιο γοητευτικά και καταραμένα πρόσωπα της μυθολογίας η Κασσάνδρα: αρνείται τον Έρωτα του θεού προλέγει το μέλλον και κανείς δεν την πιστεύει. Είναι μεγάλη κατάρα να ξέρεις. Και μάλιστα να ξέρεις από πριν. Να βλέπεις τα μελλούμενα και να μην μπορείς να κάνεις τίποτε για να τα αλλάξεις. Ο Ευαγγελισμός, η αποδοχή του Έρωτα κάνει την Κασσάνδρα φωτισμένη να μιλάει για το τώρα και το Ναι. «…όχι προφήτης δεινών, φυτις ΚΑΛΩΝ». Στον άτυπο Μεσαίωνα που ζούμε σήμερα, το καλό έχει αποχωρήσει απο τον κόσμο μας. Έχουμε ανάγκη τη ποίηση. Την πίστη για έναν καλύτερο κόσμο όπου «… όλοι με όλους, ναι…». Το Ναι είναι η νέα επανάσταση. Η επανάσταση του Όχι που ξέραμε ως τώρα, και ερχόταν ως άρνηση πάντα, απέτυχε. Τόσο, που παρ’ ολίγο να μη μείνει κανείς μας ζωντανός.

Μιλήστε μας για την καλλιτεχνική σας συνεργασία με το Μιχάλη Δέλτα.
Άκουγα πολύ τους Στέρεο Νόβα. Στη συνέχεια παρακολουθούσα μουσικά τον Δέλτα μου άρεσαν τα λόγια στα τραγούδια του- είχαν ένα πολιτικό queer λόγο. Μόλις λοιπόν ολοκληρώθηκε το κείμενο της Κασσάνδρας απο τον Δημητριάδη σκέφτηκα ότι αυτό ήταν ένα υλικό που θα ενδιέφερε το Μιχάλη, είχε έντονο ερωτικό χαρακτήρα το κείμενο. Έτσι βρέθηκα στο σπίτι του. Του έδωσα το κείμενο ξετρελάθηκε και αυτό ήταν: περάσαμε μαζί τρεις μήνες που δουλεύαμε καθημερινά πάνω στης λέξεις και τα νοήματα. Βγαίναμε μαζί, λέγαμε τα προσωπικά μας. Μέχρι να φτάσουμε στους Δελφούς και να δείξουμε την Κασσάνδρα, ήμασταν συγγενείς πια.

– Από που αντλείτε γενικά την έμπνευση σας ως δημιουργός;
Τα ερεθίσματα τα παίρνω απο τον κόσμο γύρω μου και απο την πόλη . Δεν είμαι ο απομονωμένος καλλιτέχνης που μονάζει. Είμαι πολίτης του κόσμου. Έτσι η Κασσάνδρα για μένα είναι ένας «συμπολίτης» μου στα Πατήσια ή στη Κυψέλη. Που βλέποντάς τον ξέρω την δύναμη μέλλοντος που φέρει, αφού καταφέρνει να ζει ακόμα παρά τις συνθήκες. Και το να κάνεις θέατρο σήμερα, ένας λόγος σε κάνει: δεν κρατιέσαι. Θέλεις να μιλήσεις. Έχεις μια δύναμη μέλλοντος. Κι εσύ. Ένα ψυχικό ένστικτο επιβίωσης. Ως καλλιτέχνης, από αυτό κρατιέμαι: έναν ελάχιστο «κόκκο άμμου» μέσα μου. Αυτός ο κόκκος άμμου, είναι και η ουσιαστική μου συγγένεια. Η εκλεκτική μου συγγένεια.

– Ποια είναι τα σχέδια σας για το μέλλον;
Στις 12 Ιουνίου, θα κάνω τη σκηνοθεσία μιας performance με μια μεγάλη ομάδα ανδρών, σε μια συνεργασία με την ΜΚΟ «Τεχνοδρομώ» που ασχολείται με ευαίσθητες κοινωνικά ομάδες, πάνω στο έργο «Κ» του Τσιμάρα Τζανάτου. Ένα κείμενο που αφορμή του ήταν θα έλεγε κανείς μια πολύ συγκεκριμένη ομάδα ανθρώπων, κρατουμένων, που η κοινωνία τους αντιμετωπίζει ως σκουπίδια. Ο άνθρωπος δεν είναι σκουπίδι.

Πληροφορίες
Ο Ευαγγελισμός της Κασσάνδρας
του Δημήτρη Δημητριάδη
με την Χρύσα Καψούλη

Από τις 7 Φεβρουαρίου μέχρι την Κυριακή 5 Απριλίου 2015
κάθε Σάββατο και Κυριακή στις 21:00
γενική είσοδος : 10 € | φοιτητικό : 8 € | κάρτα ανεργίας, κάρτα ΣΕΗ : 5 €

Πολυχώρος Κέντρο Ελέγχου Τηλεοράσεων
Κύπρου 91Α & Σικίνου 35Α, 11361, Κυψέλη, Αθήνα
Τηλ: 213 00 40 496 | Κινητό: 69 45 34 84 45 | Email: [email protected]| http://polychorosket.gr/

Πηγή: www.artmag.gr

 

 

Χρύσα Καψούλη: «Όσο πιο τεράστιο είναι το Εγώ, τόσο πιο μικρός είναι ο άνθρωπος»

της Μαρίας Παπουτσή
Σκηνοθετεί, παίζει, διδάσκει υποκριτική και έχει συνεργαστεί με «δυνατά» ονόματα του χώρου εδώ και τρεις δεκαετίες. Μέσα από το έργο του Δημήτρη Δημητριάδη «Ο Ευαγγελισμός της Κασσάνδρας» που ανεβαίνει στο ΚΕΤ από τις 7 Φεβρουαρίου, η Χρύσα Καψούλη, η οποία υπογράφει εκτός από την ερμηνεία και τη σκηνοθεσία, θα μας συστήσει μια άλλη Κασσάνδρα, ανατρεπτική που αναιρεί και παραβιάζει την παράδοση, αυτή που προχωρά στο χρόνο βαθιά ανθρώπινη, σημερινή, διεκδικητική.

Συστήστε μας την Κασσάνδρα;
Αν ήταν άνθρωπος η Κασσάνδρα, και μου ζητούσαν να την συστήσω θα έλεγα: Από εδώ η Γυναίκα που έκανε όλα τα Όχι της, Ναι. Γιατί η Κασσάνδρα αυτό είναι: η απόλυτη αποδοχή.
Η Κασσάνδρα της μυθολογίας τι σχέση έχει με την Κασσάνδρα του Δημήτρη Δημητριάδη που υποδύεστε;
Όταν ακούει κανείς την Κασσάνδρα -χωρίς καν να σκεφτεί πολύ- ανατρέχει στην Αρχαία τραγωδία . Αυτοί οι μύθοι είναι ανεξάντλητοι και συγχρόνως σου δίνουν την δυνατότητα να δώσεις νέες εκδοχές τους . Εδώ ο Δημητριάδης ανατρέπει, αναιρεί και παραβιάζει την παράδοση, έτσι ώστε να ανακαλύψουμε την νέα Κασσάνδρα: αυτή που προχωρά στο χρόνο και από προφήτισσα κακών, έγινε ” φύτις καλών “.
Έρχεται να σπείρει το καλό, να φέρει την καλοσύνη στον κόσμο. Αλλά η καλοσύνη της δεν έχει καμιά γραφικότητα. Είναι σκληρή. Γιατί διεκδικεί. Είναι μια «καλοσύνη» όπως την διατυπώνει και ο Σαίξπηρ στον Άμλετ: «Από καλοσύνη είμαι σκληρός…». Γι’ αυτό και ο θεατής έρχεται αντιμέτωπος με ερωτήματα σκληρά. Ερωτήματα που στο τέλος καταρρίπτονται και έρχεται η λύτρωση. Λέει ίσως το πιο σκληρό που μπορεί να πει κανείς για τον εαυτό του: αν αισθάνεσαι ξένος με τον εαυτό σου, τότε δεν υπάρχει σωτηρία .
Η Κασσάνδρα πρεσβεύει το καινούργιο. Το νέο. Μιαν άλλη εποχή των ανθρώπων. Μέσα σε μια παραφορά, με τη φρενήρη αφήγησή της, καταρρίπτει όλες τις δεσμεύσεις του παρελθόντος αποκαλύπτοντάς τες. Και έτσι φλεγόμενη, διακηρύσσει την ολική επικράτηση της προσφοράς και της αποδοχής του πόθου του ανθρώπου.
Από ποιες δοκιμασίες περνάει;
Η Κασσάνδρα έχει περάσει τις δοκιμασίες που περνάει ένας άνθρωπος όταν αρνείται. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη δοκιμασία από την άρνηση στον άνθρωπο. Να αρνείσαι τον εαυτό σου, το σώμα σου, την επιθυμία σου. Να μην ζεις το τώρα σου. Να έχεις ζήσει στον κόσμο των Όχι. Αυτός ήταν ο κόσμος που γνώρισε και το λέει:
«…ένας κόσμος γεμάτος ασυνέπειες, γεμάτος δισταγμούς και αρνήσεις, αναβολές και ατολμίες, φοβίες, ματαιώσεις, αντιρρήσεις, μεταθέσεις …»
Εδώ αποδεσμεύεται από τον πριν εαυτό της και ανοίγεται στον θεό Απόλλωνα. Γκρεμίζει όλο το παρελθόν της, για να υπάρξει στο τώρα.Ποια είναι τα συναισθήματα που «βγάζει» στο μονόλογό της;
Η Κασσάνδρα έχει μια πλημμυρίδα αισθημάτων. Είναι η πρώτη φορά που είναι πλήρης αισθημάτων. Βρίσκεται σε έναν ψυχικό και σωματικό οργασμό. Αυτός ο οργασμός παράγει τον χείμαρρο λόγου που εκφέρει. Και όπως στον έρωτα, «ιδρώνει λέξεις» θα λέγαμε. Βρίσκεται σε μια ερωτική σχέση με το σύμπαν μέσω των λέξεων.Πώς είναι να σκηνοθετείς τον εαυτό σου;
Σε κάποια από τα έργα που έχω σκηνοθετήσει, έχω παίξει κιόλας. Και θα έλεγα πως σαν ηθοποιός έχω την πιο δύσκολη σχέση με τον σκηνοθέτη, που είμαι. Αφού ο ηθοποιός μέσα μου δεν ησυχάζει. Και έχει μια δημιουργική σύγκρουση με τον σκηνοθέτη. Βλέπετε είναι συνδεδεμένα και τα δυο μέσα μου όντας 30 χρόνια στη δουλειά αυτή σαν ηθοποιός που πιστεύει στην παρουσία και στην ανάγκη του σκηνοθέτη στο θέατρο. Εδώ βρίσκομαι μόνη μου, εγώ με εμένα. Δύσκολο πολύ. Αλλά έχω αποφασίσει ό,τι θα αποφάσιζα αν σκηνοθετούσα μόνο: να δώσω χώρο στην ηθοποιό που είμαι. Ήθελα πολύ να παίξω αυτό το κείμενο, ήθελα να είμαι εγώ αυτή η Κασσάνδρα, να υπάρξουμε μαζί. Δεν μπόρεσα ποτέ να εξηγήσω τι είναι αυτό που με ελκύει και με φοβίζει την ίδια στιγμή. Μάλλον αυτή η υπέρ -έκθεση είναι μια στάση ζωής. Ίσως αυτό καλούμαι να κάνω: να ριψοκινδυνεύω, να ρισκάρω και να εκτίθεμαι. Και πια, το αποδέχομαι. Περνάω σαν άνθρωπος στην εποχή της αποδοχής μου κι εγώ, σαν την Κασσάνδρα.

Η προσωπική σας σχέση για τον έρωτα…
Η σχέση μου με τον έρωτα είναι απόλυτη . Ήταν. Έρωτας και θάνατος. Μπορώ να πω: τα έχω δει όλα (lol). Αν ο Έρωτας είναι η γέννηση και η ανάγκη μας να αντέξουμε τον θάνατο, ναι ισχύει απόλυτα. Βρίσκομαι συχνά σε αυτήν την εξοργιστική παραζάλη γενικότερα, και δη θεατρικά, κάνοντας μια δουλειά που χτίζεις και γκρεμίζεις, την ίδια στιγμή. Το έργο σύντομα πεθαίνει κι εγώ πάντα έχω μεγάλη φορά για να αρχίσω από την αρχή. Όσο για τη ζωή μου έχω ερωτευτεί. Και έχω αποκτήσει μια κόρη από αυτόν τον Έρωτα, που αυτό για μένα είναι ό,τι πιο πολύτιμο και πραγματικό έχω. Ας γίνω κι εγώ μια φορά εξομολογητική. Ας μου το επιτρέψω.

Τι είναι αυτό που θα «κρατούσατε» από την Κασσάνδρα για τον εαυτό σας;
Θα κρατούσα τη δύναμη της να μπορεί να χτίζει από την αρχή ξανά και ξανά. «Πάλι και πάλι.. .». Την Αντοχή της στο χρόνο. Τον Έρωτα της για αυτόν τον Άγγελο, Εξάγγελο Ευάγγελο που είναι ο Απόλλωνας και τη συνεύρεσή τους. Την Πίστη σε αυτόν. Και την Αγάπη στους Ξένους. Μόνο έχοντας μεγάλη Αγάπη στους Άλλους, στον Κόσμο, τεράστια Αγάπη για την Ανθρωπότητα που περικλείει και εσένα γίνεσαι «ιεραπόστολος» και μεταφέρεις με κάθε τρόπο την έννοια του καλού.

Έχει κάποια κοινά η «Κασσάνδρα» με τη Χρύσα;
Με κάθε τρόπο αισθάνομαι ότι συγγενεύω με την Κασσάνδρα. Έρχομαι από ένα πριν μου εγώ ως Χρύσα και πάω σε ένα μετά μου, όπως η Κασσάνδρα. Αλλά και ανεξαρτήτως αυτού, γενικά το θέατρο πολλές φορές σε κάνει να πιστεύεις πως ό,τι και αν βιώνεις στη σκηνή, είναι απόλυτα δικό σου, είσαι εσύ . Αυτό το βρίσκω συναρπαστικό γιατί διευρύνεσαι σαν άνθρωπος και σαν ψυχισμός. Το κείμενο σε μεγεθύνει. Ξεπερνάς τα όρια σου. Και το τεράστιο Εγώ σου. Που στην ουσία όσο πιο τεράστιο είναι το Εγώ, τόσο πιο μικρός είναι ο άνθρωπος.

Ποια είναι η ατάκα του έργου που συγκλονίζει;
«Το γυαλί του κόσμου έγινε σκόνη και πίσω του, δεν είχε τίποτε πίσω του, είδαμε το τίποτε ,μας έδειχνε, αλλά δεν είμαστε, το τίποτε να είμαστε…»

Πώς προέκυψε η συνεργασία σας με τον Δημήτρη Δημητριάδη;
Το 2004 ετοίμαζα μια παράσταση στο ΚΘΒΕ με το τίτλο ” Ονείρου Οδύσσεια ” και είπα στον Δημητριάδη να γράψει ένα κείμενο, αυτό ήταν η αρχή της συνεργασίας, μετά ήρθαν κ άλλες . Το 2006 η «Ομηρειάδα» που έπαιξα την «Ιθάκη», και το 2009 γεννήθηκε η Κασσάνδρα και ο Ευαγγελισμός της, που ήταν πρόταση του Ευρωπαϊκού Κέντρου Δελφών και μετά τα Δημήτρια. Και ακόμη δεν έχω απεμπλακεί ούτε απ τον συγγραφέα ούτε από το έργο. Γυρίζω συνεχώς κοντά τους.

Πηγή: www.in.gr

Όταν η Βίβλος και η Αναγέννηση εμπνέουν…

του Δημήτρη Φοινίτση

Η εταιρεία θεάτρου χορού και άλλων τεχνών DameΒlanche, που δραστηριοποιείται στην Αθήνα και τη Θεσσαλονίκη από το 1998, παρουσιάζει από τις 15 Δεκεμβρίου και για λίγες βραδιές την παράσταση «Ιουδίθ- αποχωρισμός από το σώμα» του Howard Barker σ’ έναν μη θεατρικό χώρο, στην γκαλερί Skouze3 στο Μοναστηράκι. Πρόκειται για τη βιβλική ιστορία της Ιουδίθ και του Ολοφέρνη που αναφέρεται στα «Απόκρυφα» και που έχει αποτελέσει θέμα αναπαράστασης στην ιστορία της δυτικής ζωγραφικής. Ο ίδιος ο συγγραφέας αποκαλύπτει ότι εμπνεύσθηκε για να γράψει το έργο του από τον σχετικό πίνακα της Ιταλίδας αναγεννησιακής ζωγράφου Αρτεμισίας Τζεντιλένσκι. Η αντίφαση που απεικονίζεται στον πίνακα της Τζεντιλένσκι ανάμεσα στην απαράμιλλη ομορφιά της Ιουδίθ και στην αγριότητα της σκηνής της δολοφονίας του Ολοφέρνη οδήγησαν τον Μπάρκερ να συνθέσει ένα έργο όπου το προσωπικό ερωτικό στοιχείο και ο πόθος της ηδονής συμπλέκονται με την επιτακτική πολιτική πράξη της εξουδετέρωσης του άσπονδου εχθρού. Στο έργο του Μπάρκερ ο Ολοφέρνης μετατρέπεται σε φιλόσοφο του θανάτου και η Ιουδίθ προτάσσει την προσωπική ερωτική της επιθυμία στην πολιτική της αποστολή, δημιουργώντας μια κατάσταση λυρισμού, πάθους, έντασης και προσμονής. Η αβεβαιότητα και η ένταση της προσμονής ανάμεσα στο ερωτικό ζευγάρι ενισχύονται και περιπλέκονται ακόμη περισσότερο με την εισαγωγή από τον Μπάρκερ ενός τρίτου προσώπου, μιας υπηρέτριας που συνοδεύει την Ιουδίθ στη φονική της αποστολή. Η υπηρέτρια παίζει με απόλυτη μαεστρία τον υποκριτικό ρόλο μιας ζενικής δούλας, ενώ πότε ύπουλα πότε στα ίσια ωθεί την Ιουδίθ στην πράξη της εκτέλεσης. Πρόκειται για ένα τρίγωνο εξουσίας που παίζει το ανελέητο παιχνίδι του επί σκηνής μέχρι που η καταλυτική μορφή της υπηρέτριας/ υποβολέα οδηγεί την Ιουδίθ, χαμένη στην ερωτική της σαγήνη, στην εκτέλεση της μοιραίας πράξης. Η κινητήριος δύναμη της DameΒlanche, Χρύσα Καψούλη, μιλάει από την πλευρά του περφόρμερ και του σκηνοθέτη για αυτό το νέο πρότζεκτ, το οποίο βρίσκεται σε διαδικασία εξέλιξης.

Η Χρύσα Καψούλη σε πρώτο πλάνο συνεχίζει την προσωπική της πορεία στο θέατρο και τις τέχνες επιλέγοντας αυστηρά το ρεπερτόριό της αλλά και τους χώρους διαδραμάτισης των παραστάσεων που ανεβάζει.

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΣΤΟΝ ΔΗΜΗΤΡΗ ΦΟΙΝΙΤΣΗ

Γιατί αυτό το έργο του Χάουαρντ Μπάρκερ, σήμερα;
Πρώτα απ’ όλα, είναι ένα πολύ ανοιχτό κείμενο που θέτει σύγχρονους προβληματισμούς, την έννοια της πολιτικής, της εξουσίας, των πολέμων, τον ιμπεριαλισμό των χωρών-κρατών. Θέτει ζητήματα κουλτούρας, γλώσσας, της αποδοχής του διαφορετικού, τη σύγκρουση. Ένα κείμενο που ταυτόχρονα διαπραγματεύεται τις σχέσεις των φύλων και την εξουσία-διαμάχη που ελλοχεύει ανάμεσα τους. Μ’ ενδιαφέρει ο τρόπος γραφής του Howard Barker∙ μιλάμε για ποιητικό θέατρο, το οποίο ερευνώ τα τελευταία 10 χρόνια.
Η εναλλαγή των ρόλων από τους ηθοποιούς είναι σκηνοθετική επιλογή ή συγγραφική επιθυμία και τι πρακτικά σημαίνει για τα δρώντα πρόσωπα;
Είναι σκηνοθετική επιλογή. Τα πρόσωπα εκτός από σύμβολα και στοιχεία ενός μύθου οριακά είναι αληθινά πρόσωπα που κινούνται σε real time και αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι η όραση κάτω απ’ τις γραμμές του κειμένου.
Τι πραγματεύεται ο Μπάρκερ μέσα από τη βιβλική φιγούρα της Ιουδήθ;
Δημιουργεί μια ελλειπτική, αιχμηρή μορφή που αντιπροσωπεύει την αιματηρή πράξη, παίρνοντας υπόψιν του το γεγονός ότι αυτή η ιστορία έχει χρησιμοποιηθεί χιλιάδες φορές σαν σύμβολο. Είναι μια παραβολή που μπορεί και ορίζει αρχετυπικές ηρωίδες, θυσίες, δολοφονίες εν ονόματι της πίστης. Το ζητούμενο είναι να δειχτεί πως η ηρωική πράξη της Ιουδίθ που τόσο έχει αναπαρασταθεί και στους πίνακες και στην σκηνή, δεν έχει πια νόημα, ή δεν είχε ποτέ άλλο νόημα από αυτό της καταστροφής• μια μεγάλη, οριακά ανεξέλεγκτη αιματηρή στιγμή.
Τι ερωτήματα θέτει ο συγγραφέας και τι είδους αμφιβολίες σπέρνει στο κοινό εφορμώντας από τον πίνακα της αναγεννησιακής ζωγράφου Αρτεμισίας Τζεντιλένσκι;
Πίσω από μία πράξη δολοφονίας μπορεί να κρύβονται και να καλύπτονται πολύ διαφορετικοί λόγοι και καταστάσεις. Ο Barker παίζει πάρα πολύ με τους καθρέφτες και τα κάτοπτρα. Οι θεατές καθρεφτίζονται πάνω στους χαρακτήρες και η αντανάκλαση τους είναι παραμορφωτική.
Κατά πόσο διατηρείται η εικονογράφηση του μύθου από την Ιταλίδα Τζεντιλένσκι στην παράστασή σας;
Απολύτως καθόλου. Έχει ακολουθηθεί μία άκρως αφαιρετική γραμμή, θα έλεγε κανείς σε αντίστιξη με τα χρώματα και τις εντάσεις της Αναγέννησης. Ο προβληματισμός κινείται γύρω από τον δεύτερο τίτλο του έργου “Ιουδίθ” που είναι “Αποχωρισμός από το σώμα”. Οι συνεργάτες σ’ αυτό το ταξίδι είναι ο Αντώνης Βολανάκης, ο οποίος υπογράφει και τα κοστούμια και ο Αλέξανδρος Μιστριώτης.
Πως επιτυγχάνεται παραστασιακά η διάλυση του Χώρου;
Θα υπάρχουν κινούμενες εικόνες στο χώρο- κοινώς προβολές- οι οποίες αποδομούν την σκηνική πραγματικότητα, την κατακερματίζουν.
Τι ωθεί την Ιουδήθ στο φόνο και ερμηνευτικά πως το αντιμετωπίσατε;
Αυτή είναι η πιο σημαντική σκηνή του έργου και όλη η σκηνοθεσία μου ξεκίνησε απ’ αυτή τη σκηνή. Προσπάθησα πρώτα να ερμηνεύσω πως η Ιουδίθ σκοτώνει τον Ολοφέρνη και πως ο Ολοφέρνης βαδίζει προς το θάνατο. Είναι μία σκηνή που δεν θα ήθελα να την αποκαλύψω. Περιμένω να τη δείτε και να αποκαλυφθεί στα μάτια σας.
Και σε αυτή την παράσταση σκηνοθετείτε και πρωταγωνιστείτε. Τι αποτελέσματα ενέχει από την μέχρι τώρα εμπειρία σας αυτή η διπλή δοκιμασία;
Είναι ένα έργο που δεν μπορεί να αντιμετωπιστεί με τα στερεοτυπικά των πρωταγωνιστών. Είναι ένα έργο τριών πρωταγωνιστών. Αυτό που έχει σημασία είναι ότι δεν αντιμετωπίζω τη σκηνοθεσία ως μία θεωρητικός, αλλά δρω. Αυτό που με ενδιέφερε από ένα σημείο και μετά στο θέατρο ήταν το ερευνητικό του κομμάτι, έτσι μπήκα ως performer και ως άνθρωπος της performance στο καθαρά δημιουργικό μέρος της διαδικασίας. Πήρα την ευθύνη να είμαι και ο παραγωγός των επιλογών μου. Είναι μια πολύ επίπονη διαδικασία που μπορεί να με διάλεξε κι αυτή.
Θέατρο σε γκαλερί! Τι θέλετε να αποκομίσει ο θεατής από την συγκεκριμένη συνθήκη και τι αποκομίσατε εσείς κατά τη διάρκεια των δοκιμών;
Η μορφή της παράστασης δεν είναι τέτοια, η οποία θα μπορούσε να φιλοξενηθεί σ’ έναν αμιγώς θεατρικό χώρο. Η παράσταση έχει στοιχεία promenant, άρα θέλαμε έναν πολύ μεγάλο χώρο που θα το επέτρεπε όλο αυτό. Μέσα από μεγάλη αναζήτηση βρέθηκε η Skouze3, που πρότεινε ο Αντώνης Βολανάκης και εκεί αναπτύσσει μία φωτογραφική εγκατάσταση, όπου τοποθετεί και τον υπότιτλο A parting from the Body επιζωγραφισμένο ως ένα τοπίο πίσω από τα σώματα. Στο πίσω μέρος του μυαλού μου υπάρχει και μια άλλη σκέψη ότι θα συν-κινήσει κι ανθρώπους που αποφεύγουν το θέατρο. Δεν είναι μία επιλογή που γίνεται πρώτη φορά απ’ την DameBlanche -θα θυμίσω ότι έχουμε παίξει σε βιομηχανικούς χώρους, σε κατεστραμμένα σχολεία, σε παλιά χαμάμ νυν αρχαιολογικούς χώρους, σε μουσεία, σε ναούς (γενί τζάμι).
Απ’ όσο γνωρίζω πρόκειται για μια «εν εξελίξει εργασία». Πως σκέπτεστε να κινηθείτε μελλοντικά προς την ολοκλήρωσή της και με τι, ενδεχομένως, διαφοροποιήσεις;
Η “εν εξελίξει εργασία” δεν νοείται ως μία δουλειά που είναι ανολοκλήρωτη αλλά μία εν κινήσει διαδικασία. Η βασική μελλοντική διαφοροποίηση αφορά στους χώρους, μία παράσταση εν εξελίξει αλλάζει τόπους και στιγμές. Δεν είμαστε ένας θίασος, ο οποίος θα επινοικιάσει ένα θέατρο και θα παίξει εκεί δύο μήνες, άλλα ένα project που ανάλογα με το χώρο θα διαφοροποιείται, θα εξελίσσεται.

Συντελεστές:
Συγγραφέας: Howard Barker
Σκηνοθεσία: Χρύσα Καψούλη
Δραματουργική Επεξεργασία: Χρύσα Καψούλη, Αλέξανδρος Μιστριώτης
Εγκατάσταση: Αντώνης Βολανάκης, Αλέξανδρος Μιστριώτης
Κοστούμια: Αντώνης Βολανάκης
Θεατρολόγος – Βοηθός Σκηνοθέτη: Μελίνα Μαρκάκη
Παραγωγή: DameBlanche

Ηθοποιοί:
Ολοφέρνης: Απόστολος Φράγκος
Υπηρέτρια: Michele Valley
Ιουδίθ: Χρύσα Καψούλη

 

Δελφοί: Η αλήθεια της Κασσάνδρας

Στο Υπαίθριο Θέατρο στους Δελφούς, στις 10 Ιουλίου, στην 3η Συνάντηση Νέων Δημιουργών, θα εμφανιστεί η Χρύσα Καψούλη με το νέο έργο «Ο Ευαγγελισμός της Κασσάνδρας», σε κείμενο Δημήτρη Δημητριάδη και μουσική Μιχάλη Δέλτα. Η δημιουργός μίλησε στη Μερόπη Κοκκίνη.

Στο έργο του Δημητριάδη έχουμε φέρει την Κασσάνδρα στο σήμερα. Έχει αποδεχτεί την πραγματικότητα, τη σχέση της με τον Απόλλωνα και από μάγισσα γίνεται προφήτισσα.

Πείτε μου λίγα λόγια για την παράσταση.

Είναι μια παράσταση που βασίζεται ισότιμα στο λόγο και στην κίνηση. Το έργο ήταν παραγγελία από μένα και την DameBlanche στον Δημήτρη Δημητριάδη, ο οποίος έλαβε υπόψη ότι η παράσταση θα γίνει από μένα και τον Μιχάλη Δέλτα. Ο Δημήτρης, εκτός από συγγραφέας, είναι ένας από τους πιο αξιόλογους θεατρικούς συγγραφείς, αλλά δυστυχώς λίγοι τολμούν να ακουμπήσουν το θεατρικό του έργο. Ο Μιχάλης Δέλτα θα βρίσκεται και αυτός πάνω στη σκηνή μαζί μου, ως Απόλλωνας, με όλα τα μηχανήματα που χρειάζεται για να αναπαράγει τη μουσική του, τα λάπτοπ του κ.λπ. Η παράσταση είναι σαν ένα λιμπρέτο.

Πώς προέκυψε η συνεργασία με τον Μιχάλη Δέλτα;

Τον Μιχάλη τον παρακολουθούσα από την εποχή των Στέρεο Νόβα και πριν ενάμιση χρόνο περίπου τον πλησίασα για να συζητήσουμε για μια άλλη δουλειά. Από τότε ξεκίνησε ένα «φλερτ» και μια πολύ βαθιά φιλία. Ο Μιχάλης είναι πολύ ευαίσθητος με το λόγο και τη γραφή και δεν το συναντάς πολύ συχνά αυτό στους μουσικούς.

Γιατί επιλέξατε να δουλέψετε πάνω στο μύθο της Κασσάνδρας;

Ο μύθος της Κασσάνδρας ένας πολύ γνωστός: ο θεός Απόλλωνας έδωσε στην Κασσάνδρα το χάρισμα της μαντικής και ζήτησε τον έρωτά της ως αντάλλαγμα. Όταν η Κασσάνδρα του τον αρνήθηκε, ο θεός την εκδικήθηκε, δίνοντάς της την κατάρα του να μην πιστεύει κανείς στις προφητείες της. Στο έργο του Δημητριάδη έχουμε φέρει την Κασσάνδρα στο σήμερα. Η Κασσάνδρα εδώ έχει αποδεχτεί τη πραγματικότητα, τη σχέση της με τον Απόλλωνα και από μάγισσα γίνεται προφήτισσα. Ο κόσμος πλέον την ακούει, γιατί ο λόγος της έχει βαρύτητα. Έτσι, αναλαμβάνει η ίδια τη διαπραγμάτευση τού προσωπικού της μύθου, που την θέλει ανέραστη και εχθρική προς την ερωτική προσφορά, και ανασκευάζει άρδην τη γνωστή και καθιερωμένη εικόνα της. Γίνεται το αντίθετό της.

Γιατί όμως επιχειρείτε αυτή την αντιστροφή; Ποιος ο λόγος;

Το θέμα της φετινής 14ης Διεθνούς Συνάντησης Αρχαίου Δράματος, που αρχίζει στους Δελφούς στις 3 Ιουλίου και θα διαρκέσει ως τις 11 του ίδιου μήνα, είναι «O Ξένος και ο Μέτοικος». Η Κασσάνδρα είναι ξένη όχι μόνο γιατί είναι Ασιάτισσα, έστω Μικρασιάτισσα, αλλά κι επειδή η μαντική της ιδιότητα την τοποθετεί αυτομάτως σ’ ένα άλλο επίπεδο. Κυρίως, τη θέτει απέναντι στους άλλους, στους οποίου απευθύνει τις προβλέψεις της. Στο πρόσωπό της συναιρείται το πρόβλημα της καταγωγής, όπως και με τους ξένους.

Υπάρχει το στοιχείο του χορού στην παράσταση;

Όλες οι παραστάσεις της DameBlance έχουν το στοιχείο του χορού, έχουν κίνηση. Για μένα ο λόγος και η κίνηση είναι ένα ενιαίο πράγμα. Η κινησιολογία στη συγκεκριμένη παράσταση είναι εντελώς εξπρεσιονιστική και στο φινάλε της υπάρχει μια έντονη ανατροπή που εκφέρεται και εκφράζεται μέσα από τη μουσική και το σώμα.

Η μουσική έχει να κάνει καθόλου με αυτοσχεδιασμό;

Όχι, καθόλου. Είναι γραμμένη νότα προς νότα.

Πώς είναι για έναν ηθοποιό να βρίσκεται στους Δελφούς ή την Επίδαυρο;

Είναι πολύ μαγικό. Δεν είναι τυχαίο που έχουν επιλεγεί αυτές οι τοποθεσίες ως φύση και ως θέση. Κουβαλούν όλη αυτή την ιστορία και νιώθεις κι εσύ ότι θέλεις να καταθέσεις τη δική σου.

Είστε ιδρύτρια και καλλιτεχνική διευθύντρια της DameBlanche.

Η DameBlanche αποτελείται από μια ομάδα ανθρώπων που είναι μαζί εδώ και 10 χρόνια. Έχουμε κάνει την παραγωγή σε 14 παραστάσεις μέχρι στιγμής και η έδρα της είναι στη Θεσσαλονίκη. Μια φορά είχαμε πάει στην Τζακάρτα της Ινδονησίας για ένα φεστιβάλ της Ουνέσκο, όπου παρουσιάσαμε τη Γυναίκα της Ζάκυθος του Σολωμού. Ήταν εκπληκτική εμπειρία, το γεγονός ότι μπορέσαμε να επικοινωνήσουμε με τον κόσμο με μια παράσταση που παίχτηκε στα ελληνικά. Γενικά, πάντως, θέλουμε να κρατήσουμε τον ερευνητικό μας χαρακτήρα, γι’ αυτό και δουλεύουμε πάντα έργα άπαικτα ή έργα που έχουν γραφτεί κατά παραγγελία.

«Ο Ευαγγελισμός της Κασσάνδρας», Υπαίθριο Θέατρο (Σκηνή 2), Δελφοί, 10 Ιουλίου, 2009. Παραγωγή: DameBlanche, www.dameblanche.gr

http://www.lifo.gr/mag/features/1622